2 Ιουν 2009

Οι Σχέσεις ΗΠΑ - Ισραήλ

Οι σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ, υπό το πρίσμα της πρόσφατης ανάδειξης νέων κυβερνήσεων στις δύο χώρες, αποτέλεσαν το αντικείμενο πρόσφατης (6-7/5) διημερίδας του Begin-Sadat Center for Strategic Studies, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πανεπιστήμιο Bar-Ilan του Τελ Αβίβ.

Το πάνελ των ομιλητών περιλάμβανε πλειάδα διακεκριμένων ακαδημαϊκών και δημοσιογράφων, ενώ η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με σύντομη ομιλία του Υφυπουργού Εξωτερικών του Ισραήλ, Dan Ayalon.

Η διημερίδα άνοιξε με χαιρετισμό που απηύθυνε ο πρέσβης των ΗΠΑ στο Ισραήλ James Cunningham, ο οποίος αναφέρθηκε στις παραδοσιακά, άριστες. σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών και εξέφρασε την πεποίθησή του, ότι οι πρόσφατες εκλογές στις δυο χώρες δεν πρόκειται να επηρεάσουν το διαχρονικά άριστο κλίμα των μεταξύ τους σχέσεων. Παράλληλα, επανέλαβε τη δέσμευση της χώρας του στην καταπολέμηση των «δυνάμεων του κακού», αλλά με «σοφό τρόπο».

Η πρώτη συνεδρία της διημερίδας είχε τίτλο «Το αναδυόμενο στρατηγικό τοπίο».

Τον λόγο έλαβε ο καθηγητής James Lindsay (πανεπιστήμιο Τέξας), ο οποίος πραγματεύθηκε το θέμα «οι διεθνείς προκλήσεις της κυβέρνησης Ομπάμα» και ανέφερε επιγραμματικά τα εξής:

- Δεν υπάρχουν, ούτε καθαρές, ούτε εύκολες λύσεις για τις ΗΠΑ, στην παρούσα γεωπολιτική και οικονομική συγκυρία.

- Η καλή διάθεση των άλλων χωρών προς τις ΗΠΑ έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω των επιλογών της κυβέρνησης Μπους

- Ο αμερικανικός στρατός βρίσκεται στα όριά του, λόγω της ύπαρξης δύο δαπανηρών, από πολλές απόψεις, πολέμων, που διεξάγονται σε μεγάλη γεωγραφική απόσταση από τις ΗΠΑ.

- Το ενδιαφέρον της αμερικανικής κοινής γνώμης έχει μετατοπιστεί από το Ιράκ στην αντιμετώπισή της παρούσας οικονομικής ύφεσης. Εδώ έγκειται και το μεγάλο στοίχημα του Ομπάμα, η ανάκαμψη, δηλαδή, της οικονομίας, ώστε να εξασφαλίσει την επιθυμητή στήριξη του αμερικανικού λαού στην εξωτερική του πολιτική.

- Ο Ομπάμα θα προτιμήσει τις δραστηριότητες (activities) από τις συγκεκριμένες δράσεις (actions). Είναι ενδιαφέρον και σπάνιο το γεγονός. ότι πέρασε 12 από τις 100 πρώτες μέρες του σε υπερατλαντικά ταξίδια, ωστόσο θα ήταν λάθος να θεωρηθεί, ότι ο πλανητάρχης θα προβεί, άμεσα, σε συγκεκριμένες ενέργειες, με ορατά αποτελέσματα.

- Τα βασικά σημεία της εξωτερικής πολιτικής που σκοπεύει να ακολουθήσει ο Αμερικανός Πρόεδρος αφορούν: α) στη Μέση Ανατολή, όπου θα υιοθετηθεί μία περιφερειακή και συνολική προσέγγιση, έναντι του διμερούς μοντέλου, β) στην πραγματιστική προσέγγιση των πολέμων σε Ιράκ και Αφγανιστάν, η οποία συνεπάγεται τη σταδιακή απόσυρση από το Ιράκ και την ενίσχυση των δυνάμεων στο Αφγανιστάν, και γ) στην πραγματοποίηση εκείνων των ενεργειών, που θα καταστήσουν ευκολότερη τη συνδρομή των συμμαχικών χωρών στις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ.

Ο επόμενος ομιλητής, καθ. Daniel Levy (πανεπιστήμιο Bar-Ilan), αναφέρθηκε στην τρέχουσα παγκόσμια οικονομική ύφεση.

Ο Levy κατέκρινε τα οικονομικά μοντέλα, που χρησιμοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, στα οποία απέδωσε την χρηματοπιστωτική κρίση και τόνισε, ότι η κρατική παρέμβαση είναι απαραίτητη. για την ανάκαμψη των εθνικών οικονομιών.

2

Η οικονομική κρίση στις ΗΠΑ αποτέλεσε το αντικείμενο της ομιλίας του επόμενου προσκεκλημένου, Glen Lewy (μέλους της ADL)[1][1].

Ο Lewy υποστήριξε ότι η κάθετη πτώση της αμερικανικής χρηματαγοράς οφείλεται σε δομικά προβλήματα και δεν σχετίζεται επί της ουσίας, ούτε με το Ρεπουμπλικανικό ούτε με το Δημοκρατικό κόμμα. Εδώ και μία 25ετία, τα ακίνητα εκλαμβάνονταν από τον αμερικανικό λαό, ως εθνικό αγαθό. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα, την σταδιακή εκτίναξη των τιμών τους. Ειδικά μετά το 1998, ο ετήσιος ρυθμός ανόδου των τιμών των ακινήτων άγγιζε το 8%, ενώ κατά την περίοδο 1930-1997 δεν ξεπερνούσε τη μία ποσοστιαία μονάδα. Την όλη κατάσταση υποβοήθησε η διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα, χάρη στην αυξημένη παραγωγικότητα, τον χαμηλό πληθωρισμό, καθώς και την αγορά δισεκατομμυρίων δολαρίων (υπό τη μορφή κρατικών ομολόγων) από την Κίνα, η οποία τροφοδοτούσε ουσιαστικά την αμερικανική οικονομία.

Η τελική εκτίμηση, ωστόσο, του Lewy ήταν αισιόδοξη, αφού έκανε λόγο για βελτίωση ορισμένων δεικτών της αμερικανικής οικονομίας κατά τον περασμένο μήνα (Απρίλιος).

Τελευταίος ομιλητής στην πρώτη συνεδρία ήταν ο Ταξίαρχος ε.α. Yossi Kuperwasser, ο οποίος αναφέρθηκε στο στρατηγικό περιβάλλον του Ισραήλ.

Σύμφωνα με τον Kuperwasser, το Ισραήλ έχει τρία ανοιχτά μέτωπα: με τη Χαμάς, τη Χεζμπολάχ και το Ιράν, τα οποία είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους. Η νέα πραγματικότητα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής φέρνει αντιμέτωπα δύο στρατόπεδα: αφενός τις εξτρεμιστικές δυνάμεις, οι οποίες εμφανίζονται ενωμένες και αφετέρου, τις δυνάμεις οι οποίες δρουν με πραγματισμό και μετριοπάθεια. Στην τελευταία ομάδα κατατάσσεται και το Ισραήλ.

Οι εξτρεμιστές διατηρούν την πρωτοβουλία των κινήσεων, δεδομένου ότι πέτυχαν την κατάληψη της Λωρίδας της Γάζας (Ιούνιος 2007), την προώθησή τους στο Πακιστάν και το Αφγανιστάν, καθώς και τη μερική διείσδυση πυρήνων τους στην Αίγυπτο.

Πραγματευόμενος το θέμα του Ιράν, ο απόστρατος αξιωματικός δήλωσε, ότι η Τεχεράνη αντιμάχεται τη Δύση, αφού επιχειρεί να αλλάξει την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, μέσω της απόκτησης πυρηνικών όπλων. Θεωρεί, μάλιστα, ότι το Ιράν θα είναι σε θέση να κατασκευάσει 15 πυρηνικές κεφαλές, εντός της επόμενης διετίας, ενώ κατέκρινε τη στάση των δυτικών κρατών από το 2004 και εντεύθεν, γιατί δεν ανέλαβαν τη δέουσα δράση, απέναντι στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.

Τέλος, ο Kuperwasser χαρακτήρισε ανώφελη τη διεξαγωγή διαλόγου με το Ιράν και υπογράμμισε, ότι οι ΗΠΑ οφείλουν, να ηγηθούν στην προσπάθεια υπεράσπισης των συμφερόντων του φιλελεύθερου κόσμου.

Η δεύτερη συνεδρία τιτλοφορείτο «Ο νέος Λευκός Οίκος και το Κογκρέσο».

Τον λόγο έλαβε ο καθηγητής Lawrence Korb (πανεπιστήμιο Pittsburgh), ο οποίος μίλησε για τη στάση των ΗΠΑ έναντι του Ιράν, αναφέροντας επιγραμματικά τα εξής:

- Οι εξτρεμιστικές ομάδες τύπου Αλ-Κάιντα έχουν εξελιχθεί σε παγκόσμια τρομοκρατικά δίκτυα, ωστόσο δεν πρέπει να εκλαμβάνονται, ως υπαρξιακή απειλή από τις κρατικές οντότητες, παρά το γεγονός, ότι θα ήταν λάθος να αγνοήσει κανείς τη δράση και τις ενέργειές τους

- Ο πόλεμος εναντίον των εξτρεμιστών δεν θα κερδηθεί με στρατιωτικά, αλλά με ιδεολογικά μέσα. Σε αυτό το σημείο σημαντικό ρόλο θα παίξει η ρητορική και οι δράσεις του νέου Αμερικανού Προέδρου, το μεσαίο όνομα του οποίου (Χουσεΐν) αποτελεί γέφυρα ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή.



[1][1] Anti-defamation League.