16 Οκτ 2009

Αβέβαιη η ένταξη της Τουρκίας

Η Κροατία είναι η μοναδική υποψήφια προς ένταξη χώρα που έχει ουσιαστικά ήδη το πράσινο φως της ΕΕ. Αυτό προκύπτει από την ετήσια έκθεση προόδου που παρουσίασε στις Βρυξέλλες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μακρύς αντίθετα είναι ακόμη ο δρόμος για τη Σερβία και την Αλβανία ενώ αβέβαιη θεωρείται η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας παρά το γεγονός ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις μεταξύ Άγκυρας και Βρυξελλών διεξάγονται εδώ και αρκετά χρόνια. Ένα από τα βασικά εμπόδια στο δρόμο προς την ένταξη των χωρών των δυτικών Βαλκανίων είναι οι εθνικές συγκρούσεις, άλλοτε στο εσωτερικό των υποψηφίων χωρών και άλλοτε με γειτονικές χώρες.Εκτενής αναφορά έγινε στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Ο αρμόδιος για τη διεύρυνση επίτροπος σημείωσε ότι παρατηρείται σημαντική πρόοδος, υπογράμμισε ωστόσο ότι τα συνταγματικά δικαιώματα, και κυρίως η ελευθερία της έκφρασης και του τύπου, δεν προστατεύονται επαρκώς. Μπορεί για τον Όλι Ρεν οι πόρτες της ΕΕ να παραμένουν ανοιχτές για την Τουρκία, ωστόσο στο Ευρωκοινοβούλιο εκφράζονται ανοιχτά εδώ και χρόνια τελείως διαφορετικές απόψεις. Στο Ευρωκοινοβούλιο ελάχιστοι υποστηρίζουν σήμερα ανοιχτά την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.
D. W.

Αυξάνει η ένταση ανάμεσα σε Άγκυρα και Τελ Αβίβ

Ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ταγίπ Ερντογάν, απάντησε σήμερα στις επικρίσεις του Ισραήλ σχετικά με την πρόσφατη απόφαση της Άγκυρας να αποκλείσει το Ισραήλ από τις αεροπορικές ασκήσεις που επρόκειτο να πραγματοποιηθούν την περασμένη Δευτέρα στην Τουρκία, με τη συμμετοχή και άλλων νατοϊκών χωρών, δηλώνοντας ότι η χώρα του δεν δέχεται οδηγίες, μετέδωσε το πρακτορείο Ανατολή.

«Επιθυμώ να είναι γνωστό πως η Τουρκία είναι μία ισχυρή χώρα που αποφασίζει μόνη της. Η Τουρκία δεν δέχεται από κανέναν οδηγίες προκειμένου να λάβει αποφάσεις», διαβεβαίωσε ο Τ. Ερντογάν λίγο πριν αναχωρήσει για επίσημη επίσκεψη στη Βαγδάτη.

Ισραηλινοί αξιωματούχοι εξέφρασαν την ανησυχία τους μετά την απόφαση της Άγκυρας να ακυρώσει τις αεροπορικές ασκήσεις, που είχαν προγραμματιστεί, διαβλέποντας ότι η Τουρκία επιθυμεί να κρατήσει αποστάσεις από το Ισραήλ.

Στο μεταξύ, λάδι στη φωτιά θεωρήθηκε, το διάβημα διαμαρτυρίας στον Πρέσβη της Τουρκίας προέβη ο Υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, με αφορμή τηλεοπτική σειρά της κρατικής τηλεόρασης της Τουρκίας, η οποία δείχνει ισραηλινούς στρατιώτες να σκοτώνουν παιδιά αναφέρει ρεπορτάζ που καταχωρίζεται στην ηλεκτρονική σελίδα του BBC με τίτλο Turkish TV series angers Israel. Στο σύντομο ρεπορτάζ αναφέρεται ότι ο Ισραηλινός ΥΠΕΞ διαμαρτυρήθηκε ότι το πρόγραμμα που μεταδίδεται από την κρατική τηλεόραση στην Τουρκία προκαλεί μίσος ενάντια στο Ισραήλ, προκαλώντας εντάσεις στις σχέσεις των δύο χωρών. Σε ανακοίνωσή του επiσημαίνει ότι η σειρά «παρουσιάζει τους ισραηλινούς στρατιώτες ως δολοφόνους αθώων παιδιών και δεν θα ήταν αρμόζουσα ούτε ακόμα και σε εχθρική χώρα, πόσο μάλλον σε μία χώρα η οποία διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ».
Τo BBC επισημαίνει ότι η Τουρκία είναι από τις λίγες ισλαμικές σχέσεις που έχουν σχέσεις με το Ισραήλ, σχέσεις οι οποίες ωστόσο έχουν πληγεί από την άνοδο στην εξουσία του ισλαμικού ΑΚΡ το 2002, επιδεινώθηκαν δε περαιτέρω μετά την ισραηλινή επίθεση στη Γάζα τον Ιανουάριο. Το ρεπορτάζ αναφέρεται συνοπτικά και στην πρόσφατη ματαίωση από την Άγκυρα στρατιωτικής άσκησης στην οποία επρόκειτο να λάβουν μέρος και ισραηλινοί πιλότοι και κλείνει σημειώνοντας ότι τα προβλήματα ανάμεσα στις δύο χώρες επιχείρησε να υποβαθμίσει ο Υπουργός Άμυνας του Ισραήλ Ehud Barak ο οποίος δήλωσε ότι οι δύο χώρες έχουν «μακροχρόνιους, σημαντικούς και στρατηγικούς δεσμούς».

Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, από την πλευρά του, αρνήθηκε να σχολιάσει την απόφαση του Ισραήλ να καλέσει τον πρεσβευτή της Τουρκίας στο Ισραήλ για να διαμαρτυρηθεί για τη μετάδοση από τη δημόσια τουρκική τηλεόραση TRT1 σειράς που "προτρέπει στο αντί-ισραηλινό μίσος". "Αν υπάρχει κάτι να πούμε, θα το πούμε όταν αυτή η συνάντηση πραγματοποιηθεί και όταν η ισραηλινή θέση γίνει γνωστή", δήλωσε εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας.

Τουρκία και ΕΕ

«Τον ερχόμενο Δεκέμβριο, όταν οι ηγέτες της ΕΕ θα συζητούν την άρνηση της Τουρκίας να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στο κυπριακό εμπόριο, θα μπορούσαν – θεωρητικά – να τηρήσουν μια πιο σκληρή στάση και λίγο-πολύ, να εγκαταλείψουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας», αναφέρει – μεταξύ των άλλων – ο ανταποκριτής των Financial Times στις Βρυξέλλες Tony Barber αρθρογραφώντας σήμερα στο blog του και υπό τον τίτλο “Fear grow of Sarkozy initiative to downgrade Turkey’s EU bid.” Ωστόσο, ο δημοσιογράφος εκτιμά ότι, κάτι τέτοιο είναι αμφίβολο, καθώς, αφενός η παρούσα Σουηδική προεδρία της ΕΕ διάκειται φιλικώς προς την Τουρκία, αφετέρου πολλές άλλες χώρες, πιστεύουν ότι θα ήταν τρέλα να υιοθετήσουν μια τέτοια στάση, τη στιγμή που οι διαπραγματεύσεις για επίλυση του Κυπριακού έχουν φθάσει σε τόσο κρίσιμο σημείο.
Ο Barber, πραγματεύεται στην ανάλυσή του τη διαχρονική αντίθεση του Γάλλου Προέδρου Nicolas Sarkozy στην Τουρκική ένταξη – ακόμα και πριν εκλεγεί Πρόεδρος της Γαλλίας, όπως σημειώνει. Η θέση του Sarkozy ήταν εξ αρχής κρυστάλλινη: δεν επιθυμεί να ενταχθεί ποτέ η Τουρκία στην ΕΕ. Στις Βρυξέλλες, εντείνεται τώρα η ανησυχία ότι, ο Γάλλος Πρόεδρος, σχεδιάζει έναν επίσημο Γαλλο-Γερμανικό άξονα τον επόμενο χρόνο για να προσφέρει στην Τουρκία μια «προνομιακή σχέση» αντί της, όπως είναι τώρα, μακροπρόθεσμης προοπτικής ένταξης.
Στην ανάλυση υπενθυμίζεται ότι, η ιδέα της προνομιακής σχέσης κυκλοφορεί εδώ και πολλά χρόνια – την προτιμούν οι Γάλλοι, καθώς και το κυβερνών Γερμανικό Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα και η ίδια η Καγκελάριος Merkel. Ωστόσο, η Γερμανίδα Καγκελάριος έχει διαφοροποιήσει τώρα κατά τι την προσέγγισή της, με τη «διακύμανση» ότι, εφόσον η Γερμανία και οι άλλες χώρες της ΕΕ δέχθηκαν την Τουρκία επισήμως ως υποψήφια χώρα το 1999, καμία υπεύθυνη χώρα δεν μπορεί απλώς να υπαναχωρήσει από τις συμφωνίες που έγιναν καλή τη πίστη. Η διαφορά σήμερα, είναι ότι μετά τις εκλογές του περασμένου μηνός, οι Σοσιαλδημοκράτες – που διάκεινται ευνοϊκότερα έναντι των φιλοδοξιών της Τουρκίας – δε βρίσκονται πλέον στην κυβέρνηση και έχουν αντικατασταθεί από τους Ελεύθερους Δημοκράτες η θέση των οποίων έναντι της Τουρκίας είναι περισσότερη αμφίθυμη. Το ισοζύγιο της άποψης στο Βερολίνο αλλάζει – υποστηρίζει ο Barber - και, ο Sarkozy, ενδέχεται να το αξιοποιήσει για να στοιχίσει τη νέα Γερμανική κυβέρνηση πίσω από την ιδέα της «προνομιακής σχέσης» - αυτό τουλάχιστον εκτιμούν αξιωματούχοι των Βρυξελλών.

Η Διπλωματική Υπηρεσία της ΕΕ

Η σύσταση της «Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας για τις εξωτερικές υποθέσεις», μια εκ των κυριοτέρων καινοτομίων που θα εισάγει η Συνθήκη της Λισσαβόνας, προκαλεί ήδη έντονες συζητήσεις μεταξύ των κρατών-μελών, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναφέρει σε άρθρο του ο Philippe Ricard με τίτλο «Τα μεγάλα κράτη-μελη επιθυμούν να έχουν τον έλεγχο της ευρωπαϊκής διπλωματίας», που δημοσιεύεται στη LE MONDE (φύλλο 16.10.2009).
Όπως επισημαίνεται, τα «μεγάλα» κράτη-μέλη, και κυρίως η Μ.Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία, έχουν από κοινού επιστρατεύσει τις προσπάθειες τους ώστε να θεμελιώσουν την εξουσία της εν λόγω υπηρεσίας, καθώς και του επικεφαλής της, (του Ύπατου Εκπροσώπου για τις Εξωτερικές Υποθέσεις), έναντι του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jose Manuel Barroso, επιχειρώντας ταυτόχρονα να καθορίσουν τα όρια της. «Θα ήταν λάθος η νέα υπηρεσία να μετατραπεί σε ακόμη ένα ευρωπαϊκό γραφειοκρατικό όργανο», υπογράμμισε σχετικά ο Γάλλος ΥΠΕΞ, Bernard Kouchner, μιλώντας χθες στο γαλλικό Κοινοβούλιο.
Συζήτηση διενεργείται επίσης και αναφορικά με τη στελέχωση της νέας υπηρεσίας, η οποία σε μια πρώτη φάση δεν θα ξεπερνά αριθμητικά τους 100 υπάλληλους, οι οποίοι θα προέρχονται από τους κόλπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Γραμματείας του Συμβουλίου της Ε.Ε. και των κρατών-μελών. Στο πλαίσιο αυτό, και προκειμένου να επιτευχθεί η ομαλή σύστασής της, που προβλέπεται για το 2010, Παρίσι, Λονδίνο και Βερολίνο επιθυμούν το ένα τρίτο των στελεχών της υπηρεσίας να προέρχεται από το δικό τους δυναμικό.
Από τη δική της πλευρά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώπιον ένος πόλου που θα διαφεύγει της άμεσης εποπτείας της, επιχειρεί, σημειώνει ο συντάκτης, να διατηρήσει τις αρμοδιότητες που σχετίζονται με την πολιτική διεύρυνσης και το εμπορικό σκέλος των εξωτερικών σχέσεων, ενώ θα μπορούσε ενδεχομένως να παραχωρήσει στη νέα υπηρεσία τη διαχείριση των σχέσεων με τις γειτονικές χώρες, καθώς και μέρος του προγραμματισμού για τη χορήγηση αναπτυξιακής στήριξης.

Η Γαλλία σκέφτεται πώληση υπερσύγχρονων φρεγατών στη Ρωσία!

Λίγο μετά την επίσκεψη στη Μόσχα (1/10/09) των γάλλων υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας, Μπερνάρ Κουσνέρ και Ερβέ Μορέν αντιστοίχως, η Γαλλία εξετάζει το ενδεχόμενο πώλησης στη Ρωσία ενός εκ των πλέον προηγμένων πολεμικών της πλοίων, καθώς και την κοινή ναυπήγηση άλλων τεσσάρων, επισημαίνει η σημερινή LE MONDE στο σχετικό ρεπορτάζ της με τίτλο «Το Παρίσι σταθμίζει τα υπέρ και τα κατά της πώλησης ενός στρατιωτικού πλοίου στη Ρωσία».
Πρόκειται για το πολεμικό πλοίο τύπου Mistral το οποίο οι γάλλοι στρατιωτικοί αποκαλούν «ελβετικό σουγιά» λόγω των πολλαπλών δυνατοτήτων που προσφέρει και της ικανότητάς του να μεταλλάσσεται αναλόγως των αναγκών, επισημαίνει η ε/φ υπογραμμίζοντας ότι τόσο το Μέγαρο των Ηλυσίων όσο και το ΥΠΕΞ «τηρούν χαμηλούς τόνους δεδομένου του πολιτικού μηνύματος που ενέχει μια τέτοια ενέργεια, ένα χρόνο μετά την ρωσική επέμβαση στην Γεωργία και ενώ παραμένουν ανοιχτά για τον κίνδυνο έντασης στη Μαύρη Θάλασσα, είτε από πλευράς Αμπχαζίας είτε από την Κριμαία».
Στο εκτενές ρεπορτάζ, η Nathalie Nougayrede επικαλούμενη στρατιωτικές πηγές σημειώνει ότι «η Γαλλία εξετάζει τα υπέρ και τα κατά της πώλησης αυτής επιδιώκοντας να αποκρυπτογραφήσει τους στόχους της Ρωσίας και, ενδεχομένως, να κερδίσει χρόνο, προκειμένου να εξηγήσει την απόφασή της σε κάποιους εταίρους της του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., όπως οι Βαλτικές Χώρες ή οι χώρες της κεντρικής Ευρώπης για τις οποίες η στάση της Ρωσίας έναντι των γειτόνων της αποτελεί πηγή ανησυχιών».
Το ζήτημα έλαβε πολιτική διάσταση μετά τις δηλώσεις, το περασμένο καλοκαίρι, του επί κεφαλής του ρωσικού στόλου ο οποίος έσπευσε να τονίσει ότι «αν η Ρωσία διέθετε ένα mistral θα είχε διασφαλίσει τη νίκη της επί της Γεωργίας σε 40 λεπτά αντί των 26 ωρών που χρειάστηκε», επισημαίνει η ε/φ η οποία δίδει έμφαση και στην οικονομική πτυχή της πώλησης η οποία ανέρχεται σε 500 εκατομμύρια ευρώ αφήνοντας, ταυτοχρόνως, ερωτηματικά για τη δυνατότητα των ρωσικών ναυπηγείων να ναυπηγήσουν τα υπόλοιπα τέσσερα Mistral «απ΄τη στιγμή που έχουν να κατασκευάσουν πολεμικό πλοίο εδώ και δέκα χρόνια».
Για το γαλλικό υπουργείο Άμυνας «δεν τίθεται θέμα πρόσβασης των ρώσων στα γαλλικά σχέδια ναυπήγησης των mistral προσθέτοντας, όμως, ότι εάν δεν εισέλθει η Γαλλία στην ρωσική αγορά θα το κάνουν κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες», επισημαίνεται στο ρεπορτάζ υπογραμμίζοντας την άποψη του Tomas Valasek, αναλυτή του Center for European Reform του Λονδίνου, ο οποίος θεωρεί ότι η πώληση των mistral εγείρει το θέμα των κανόνων ορθής συμπεριφοράς στους κόλπους της Ε.Ε. σε ζητήματα εξαγωγών εξοπλισμών».