29 Σεπ 2009

Οι πυραυλικές δοκιμές του Ιράν εκνευρίζουν τη Δύση

Το Ιράν προχώρησε χθες στην εκτόξευση πυραύλων μακρού βεληνεκούς ικανών να πλήξουν το Ισραήλ, κατά την δεύτερη ημέρα των βαλλιστικών του ασκήσεων, σε ένα σκηνικό συνεχών εντάσεων με τις μεγάλες δυνάμεις για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Οι εκτοξεύσεις των πυραύλων επικρίθηκαν έντονα από τις δυτικές πρωτεύουσες, τρεις μέρες πριν την επανάληψη στη Γενεύη των διαπραγματεύσεων για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Λίγο πριν τις εκτοξεύσεις, εικόνες των οποίων μεταδοθήκαν από το αγγλόφωνο κανάλι Press-TV, ο διοικητής των αεροπορικών δυνάμεων των Φρουρών της Επανάστασης, Χοσείν Σαλαμί, προειδοποίησε ότι η Τεχεράνη θα απαντήσει σε κάθε απειλή, κυρίως για το πυρηνικό της πρόγραμμα, με «καταστροφικό» τρόπο.
«Οι ένοπλες δυνάμεις προχώρησαν με επιτυχία στην εκτόξευση ενός πυραύλου Ghadr-1 - βελτιωμένη έκδοση του Shahab-3 - με ικανότητα βολής 1.800 χιλιομέτρων, και ενός πυραύλου Sejil», μετέδωσε το ιρανικό κανάλι Al-Alam.
Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ντέηβιντ Μίλιμπαντ, χαρακτήρισε τις ασκήσεις αυτές «προκλητικές», δηλώνοντας ότι «το μεγάλο θέμα της εβδομάδας» θα είναι η στάση του Ιράν κατά τη διάρκεια των συνομιλιών, την Πέμπτη, για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Το Παρίσι, σχολιάζοντας τις ασκήσεις, ζήτησε από το Ιράν να «σταματήσει αμέσως» τις «αποσταθεροποιητικές ενέργειες», ενώ το Βερολίνο χαρακτήρισε τις εκτοξεύσεις των πυραύλων «ανησυχητικές».

Οι χώρες της Ε.Ε συμφωνούν για συνεργασία στη θαλάσσια επιτήρηση

Οι χώρες της Ε.Ε αναγνώρισαν ότι είναι χρήσιμο να συνεργαστούν πραγματικά για την βελτίωση της θαλάσσιας επιτήρησης κατά μήκος των ακτών της Ευρώπης, δήλωσε χθες, ο Σουηδός υπουργός Άμυνας, Στέν Τόλγκφορς. «Συμφωνήσαμε να μοιραζόμαστε και να χρησιμοποιούμε τις πληροφορίες που ήδη υπάρχουν. Να ενώσουμε τα διαφορετικά εθνικά συστήματα, που δεν στοιχίζουν ακριβά και είναι αποτελεσματικά», δήλωσε στον Τύπο, στο περιθώριο συνάντησης με τους Ευρωπαίους ομολόγους του, στο Γκότεμποργκ της Σουηδίας.

πΓΔΜ - ΕΕ και πως επηρρεάζεται ο διάλογος με την Ελλάδα

  • Ο ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ δημοσιεύει σήμερα μέρος από έκθεση -που πραγματοποιήθηκε από δημόσια υπηρεσία- που αφορά την κατάσταση στην πΓΔΜ και ειδικότερα το τμήμα που αφορά τιις ενταξιακές διαδικασίες της γειτονικής χώρας στην ΕΕ καθώς και το πως επηρρεάζουν τη δυναμική του διαλόγου με την Ελλάδα.

Η σημαντικότερη παράμετρος της θετικής για τον Ν. Γκρούεβσκι και το VMRO δυναμικής που χαρακτηρίζει την παρούσα πολιτικο-επικοινωνιακή συγκυρία στην πΓΔΜ, δηλαδή η ισχυρή πιθανότητα μιας θετικής Έκθεσης Προόδου η οποία μάλιστα θα περιέχει μια περισσότερο ή λιγότερο σαφώς διατυπωμένη σύσταση για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, ολοκληρώνει, αντιθέτως, για την ελληνική πλευρά μια συγκυρία μάλλον αρνητική, δεδομένου ότι εντωμεταξύ:

α. Η Κυβέρνηση της πΓΔΜ, εκμεταλλευόμενη την προεκλογική συνθήκη στην Ελλάδα, επιδόθηκε σε εντατικό διεθνές και κυρίως ευρωπαϊκό λόμπινγκ, προβάλλοντας τις θέσεις της ως εποικοδομητική συμβολή στον ζητούμενο συμβιβασμό και αναζητώντας υποστηρικτές, με το επιπλέον επιχείρημα ότι σε μια κρίσιμη για την ευρωπαϊκή πορεία της πΓΔΜ στιγμή η ευθύνη για τη στασιμότητα των διαπραγματεύσεων βαρύνει αποκλειστικά την Ελλάδα και την εσωτερική πολιτική της κατάσταση – η σχετική «ανακούφιση» ήταν προφανής στους τίτλους του συνόλου των ε/φ της πΓΔΜ την επομένη της προκήρυξης των πρόωρων εκλογών. [Στον λόγο της ηγεσίας του VMRO, το επιχείρημα περί διαιώνισης του ζητήματος εκ μέρους της Ελλάδας προκειμένου να εξυπηρετούνται εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες έχει ξεπεράσει τελευταία σε συχνότητα εκείνο του μίσους και της φυλετικής μισαλλοδοξίας ως πηγής της «ελληνικής αδιαλλαξίας» – βλ. ενδεικτικά πρόσφατη συνέντευξη του Ν. Γκρούεβσκι στο περ. Politique International].

β. Σε αυτό καθ’εαυτό το πεδίο των διαπραγματεύσεων, η Κυβέρνηση Γκρούεβσκι συνεχίζει την πάγια διττή επικοινωνιακή στρατηγική της: Επί της ουσίας ανυποχώρητη σε ένα ζήτημα που άπτεται του συστατικού της πολιτικο-ιδεολογικής κυριαρχίας της «μακεδονισμού», κάνει επίδειξη εποικοδομητικότητας προς τον διεθνή παράγοντα με τακτικισμούς υποχώρησης σε θέσεις εκ προοιμίου απαράδεκτες για την ελληνική πλευρά διατηρώντας παράλληλα τη συστηματική ρητορική περί ελληνικού μίσους. Πρόσφατα δε γίνεται προσπάθεια ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας αυτής ακριβώς της μοραλιστικής ρητορικής μέσω εκκλήσεων ηθικής τάξεως «στις αξίες και τις αρχές του ΝΑΤΟ και της ΕΕ»: Οι διεθνείς οργανισμοί και τα μέλη τους καλούνται να παραβλέψουν τις «ανήθικες και άδικες» ελληνικές ενστάσεις απελευθερώνοντας την πορεία της χώρας προς την ευρωνατοϊκή της ολοκλήρωση [«Δεν ζητάμε τίποτα, μόνο λίγη δικαιοσύνη», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ν. Γκρούεβσκι στη συνέντευξή του στο γαλλικό περ. Politique International.]

Το σημαντικότερο είναι ότι οι εκκλήσεις αυτές συνοδεύονται πλέον και από συγκεκριμένη πρόταση άρσης του αδιεξόδου προκειμένου να απελευθερωθεί η πορεία της πΓΔΜ προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ: επαναπροσδιορισμός τής περί την ονομασία διένεξης ως διμερούς και δρομολόγηση της επίλυσή της σε δύο φάσεις, δηλαδή απεμπλοκή της υποψηφιότητας της πΓΔΜ για ΝΑΤΟ και ΕΕ και δεσμευτική συμφωνία για επίλυση του ζητήματος σε διμερές επίπεδο, ίσως και με απευθείας διαπραγματεύσεις, αμέσως μετά. Ο επαναπροσδιορισμός της διένεξης ως διμερούς και η επίλυσή της σε δύο φάσεις βρίσκει ολοένα ηχηρότερους διεθνείς υποστηρικτές
[1], θα διευκολυνθεί δε ιδιαίτερα σε περίπτωση που η διένεξη λάβει περισσότερο ενδοευρωπαϊκή διάσταση (κάτι που θα συμβεί εάν η αναμενόμενη Έκθεση Προόδου περιλαμβάνει και σύσταση έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων), δεδομένου ότι στο ευρωπαϊκό πεδίο υπάρχει το πρόσφατο προηγούμενο παρόμοιας και με ανάλογο σκεπτικό διευθέτησης της διένεξης Σλοβενίας - Κροατίας, προκειμένου να απεμπλακεί η ευρωπαϊκή πορεία της δεύτερης.

γ. Τέλος, όσον αφορά την περιφερειακή ισορροπία και ασφάλεια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λειτουργία της ως buffer zone στην υποφώσκουσα αντιπαράθεση αλβανικού – σλαβικού στοιχείου στα Δυτικά Bαλκάνια πιθανόν, στην παρούσα συγκυρία, να ευνοεί την πΓΔΜ όσον αφορά τις εξελίξεις στη διένεξη με την Ελλάδα: Με δεδομένη την κλιμάκωση των εντάσεων στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη διατήρηση της εκκρεμότητας αλλά και της έντασης στο Κόσοβο και την αρνητική επίδραση που θα έχει στη διεθνοτική περιφερειακή ισορροπία η απελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων εισόδου στην οποία δεν συμπεριλαμβάνονται χώρες με κυρίαρχο το μουσουλμανικό/αλβανικό στοιχείο, ίσως θεωρηθεί ότι η Ελλάδα πρέπει να πιεστεί να απεμπλέξει την προβαλλόμενη ως σταθεροποιητική για το εσωτερικό της πΓΔΜ ευρωπαϊκή και νατοϊκή πορεία της χώρας, απαλλάσσοντας ταυτοχρόνως τις διεθνοτικές σχέσεις από το πρόβλημα της ονόμασίας που αποτελεί πηγή διεθνοτικής έντασης. Οι επί των ελληνικών θέσεων δυνητικές πιέσεις με όρους περιφερειακής ισορροπίας και ασφάλειας αυξάνονται ως αποτέλεσμα της πρόσφατης προφανούς σύσφιγξης των σχέσεων Σερβίας - πΓΔΜ, που είχε άμεσο αντίκτυπο στις σχέσεις πΓΔΜ – Κοσόβου και, συνεπώς, στις διεθνοτικές σχέσεις εντός της πΓΔΜ. – Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τάση σύσφιγξης των σχέσεων Σκοπίων - Βελιγραδίου δεν θα πρέπει να νοείται μόνον ως αποτελέσμα εφαρμογής ενός Plan B με στοιχεία «εκβιασμού» προς το ΝΑΤΟ και την ΕΕ αλλά και ως φυσική γεωπολιτική επιλογή, η οποία δεν θα ανασχεθεί από μια πιθανή ελληνική υποχώρηση.
*****

Συνεπώς και εν συνόψει, είναι πιθανόν η ελληνική θέση για το ζήτημα του ονόματος να δεχθεί άμεσα πιέσεις, με όρους διεθνούς πολιτικής και επικοινωνίας, γεωστρατηγικής ισορροπίας και ασφάλειας, αλλά ενδεχομένως και με όρους ευρωπαϊκής πολιτικής -- καθώς μέσω μιας πιθανής σύστασης για έναρξη διαπραγματεύσεων εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και δεδομένου του αδιεξόδου στις διαπραγματεύσεις το θέμα θα παρει και ευρωπαϊκή διάσταση, επιπλεκόμενο με ευρύτερες ενδοευρωπαϊκές αντιπαραθέσεις πολιτικών αλλά και επιρροής όσον αφορά τα δυτικά Βαλκάνια. Η ένταση των πιέσεων θα εξαρτηθεί από τις διατυπώσεις της Έκθεσης Προόδου όσον αφορά τη σύσταση για date προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο – όπου η ελληνική προσπάθεια θα είναι, ενδεχομένως, δυσχερέστερη από την αντίστοιχη κατά τη διατύπωση των Συμπερασμάτων στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι. Εάν μάλιστα στο διάστημα μεταξύ της δημοσιοποίησης της Έκθεσης Προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πΓΔΜ και του Συμβουλίου Κορυφής της ΕΕ κατατεθεί νέα πρόταση εκ μέρους του διαμεσολαβητή του ΟΗΕ για το ζήτημα του ονόματος, η ελληνική πλευρά θα πιεστεί ώστε να θεωρήσει εαυτήν επικοινωνιακά υποχρεωμένη να αποδεχθεί είτε τη νέα πρόταση Νίμιτς είτε, εναλλακτικά, τον επαναπροσδιορισμό της διένεξης ως διμερούς και τη διφασική δρομολόγησή της επίλυσής της κατά το μοντέλο που εφαρμόστηκε στη συνοριακή διένεξη Σλοβενίας – Κροατίας.


[1] «Αναμένουμε ότι οι φίλοι μας στην ΕΕ θα υποδείξουν στην Ελλάδα πως πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Σλοβενίας ώστε να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις [...] Όταν έρθει η στιγμή, η Ελλάδα μπορεί --καθώς υπάρχουν πολλά υποκεφάλαια στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ-- να απαιτήσει τη λύση», (πρόσφατες δηλώσεις Προέδρου πΓΔΜ στην Deutsche Welle). Σχετικά με την προϊούσα διεθνή υποστήριξη αυτής της εναλλακτικής, πβλ. ενδεικτικά δηλώσεις του Γερμανού Υπουργού Γκέρνοτ Έρλερ, κατά την επίσκεψή του στα Σκόπια: «Η Γερμανία εκτιμά ότι τώρα είναι η στιγμή να βρεθεί λύση για τις διμερείς διενέξεις που εμποδίζουν την ευρωπαϊκή διεύρυνση στις βαλκανικές χώρες», δηλώσεις του εισηγητή του Ψηφίσματος του Ευρωκοινοβουλίου για την πΓΔΜ, κ. Μέγερ, στο Στρασβούργο: «Μέχρι την ένταξη της πΓΔΜ στην ΕΕ, που δεν προβλέπεται πριν από το 2017 ή ακόμη και το 2020, θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε το χρόνο για λύση του διμερούς ζητήματος», δηλώσεις Αναπληρωτή ΥΠΕΞ ΗΠΑ κ. Στάϊνμπεργκ [σχ. με α.π. 8719/30.3/10.7.2009], δηλώσεις πρώην Επιτρόπου για την ευρωπαϊκή διεύρυνση, κ. Αχτισαάρι [σχ. με α.π. 8914/30.3/2.9.2009], εκτιμήσεις ισχυρού γερμανικού think tunk Atlantic Community [σχ. με α.π. 8963/30.3/16.9.2009].

Τα σύνορα της Ευρώπης

Πραγματοποιήθηκε προ εβδομάδος, από το παράρτημα του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IFRI-Institut Français des Relations Internationales) στις Βρυξέλλες ημερίδα με συμμετοχή άνω των 50 διαμορφωτών γνώμης, ερευνητών, και ακαδημαϊκών, καθώς και εκπροσώπων τόσο των κοινοτικών οργάνων όσο και Μονίμων Εθνικών Αντιπροσωπειών στην ΕΕ, με ομιλητή τον Michel Foucher με θέμα «Σύνορα της ΕΕ: Σενάρια και επιλογές». Ο ομιλητής είναι γεωγράφος, καθηγητής της École Normale Supérieure στο Παρίσι, μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιστημονικής Επιτροπής του Ιδρύματος Fondation Robert Schuman και πρώην Γάλλος Διπλωμάτης. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Μόνιμη Αντιπροσωπεία του Βελγίου στην ΕΕ.

O καθηγητής Foucher ανέφερε ότι είναι σημαντικό να απαντηθεί το ερώτημα της πολιτικής της ΕΕ στην παγκοσμιοποίηση, όπου κινείται με γνώμονα τα γεωπολιτικά συμφέροντα εθνικών κρατών, δεδομένου ότι και η ίδια δεν είναι ούτε ένα κράτος, ούτε ένα έθνος, ώστε να ανταποκριθεί στα θέματα ασφάλειας και ευημερίας που προκύπτουν.

Αρχικά έκανε μια μεθοδολογική προσέγγιση της συσχέτισης του θέματος των συνόρων (frontiers) και των «μετώπων» (Fronts) λόγω των «προβλημάτων επιλογής» που αναδεικνύονται εξ’ αιτίας: α) της ευρωπαϊκής διεύρυνσης, β) του θέματος της αξιολόγησης της προενταξιακής πορείας διαφόρων χωρών (κάνοντας μνεία ειδικά της Τουρκίας), γ) των σχέσεων με τις χώρες του Maghreb, δ) της κατάστασης στα Βαλκάνια όπως έχει εξελιχθεί μετά το 1990, και όλων των θέματων που έχουν ανακύψει με τη Σερβία, τη Βοσνία με τις τρεις εθνότητές της, την ΠΓΔΜ, το Κόσοβο με τις αλβανικές μειονότητές του και, τέλος, των σχέσεων της Σλοβακίας με την Κροατία.

Υπογράμμισε ότι ενώ η διεύρυνση σε όλο τον κόσμο, αλλά και στον «ευρωπαϊκό κόσμο», θεωρείται ως θετική έννοια ταυτόχρονα αποτελεί ένα θέμα που διχάζει και αναφέρθηκε σε δημοσκοπήσεις, ακόμα και στην νεοενταχθείσα στην ΕΕ Πολωνία, όπου η κοινή γνώμη δεν ανταποκρίνεται θετικά παρά σε ποσοστά κάτω του 20-25%.

Σημείωσε ότι, η διεύρυνση έχει διαφοροποιημένη αποδοχή μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ: α) αναφορικά με την τήρηση των μεταξύ τους ισορροπιών, β) αναφορικά με τις προσεγγίσεις των πολιτικών κομμάτων εντός των κρατών – μελών, γ) αναφορικά με τις διαφοροποιημένες προσεγγίσεις στο εσωτερικό των κομμάτων στα κράτη μέλη και στις υπό ένταξη χώρες.

Παρατήρησε ότι σήμερα υπάρχει πλέον μια τάση «αμερικανοποίησης» της έννοιας του συνόρου από «frontière» σε «front d’ expansion” (μέτωπο επέκτασης), και υπενθύμισε ότι ο όρος της «διεύρυνσης» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Valéry Giscard d' Estaing . Τόνισε ότι το πλαίσιο αντίληψης της διεύρυνσης έχει αλλάξει δραματικά από την «πυρηνική Ευρώπη» του Schuman, ο οποίος πρότεινε ένα «πυρήνα κρατών» και τις άμεσα με αυτόν συνορεύουσες χώρες, υπογραμμίζοντας ότι πιστεύει πως οι κοινωνίες και πολιτικές οντότητες αυτού του πυρήνα αποτελούν μέρος των μεγάλων δομών της ευρωπαϊκής ιστορίας.

Αναπτύσσοντας τα πιθανά σενάρια διεύρυνσης τόνισε την αναγκαιότητα μελέτης των κριτηρίων προτεραιότητας αλλά και των προϋποθέσεων για την υλοποίησής της. Εκτενέστερα ανέπτυξε τα σενάρια: α) της Ανοιχτής Αγοράς, εξηγώντας ότι αναφέρεται στην είσοδο στην ΕΕ και των χωρών Maghreb, Παλαιστίνης, Ισραήλ, κ.λπ, β) της Ομοσπονδίας, εξηγώντας ότι κάθε κράτος θα συνεχίζει την οικονομική του πολιτική ως είχε, «αλλά με ένα μάτι στις Βρυξέλλες», γ) της «Γειτνίασης», όπου η διαπραγμάτευση θα αφορά κυρίως τοπικές και περιφερειακές πολιτικές.

Ειδικότερα για την Τουρκία ανέφερε ότι: α) η διεύρυνση της ΕΕ «προς ανατολάς» και μια ενδεχόμενη είσοδος της Τουρκίας στην ΕΕ θα «ήγειρε σφοδρό διάλογο», ο οποίος θα έβαινε εντεινόμενος λόγω θέματος του Ιράκ και της γύρω περιοχής, β) το θέμα «δεν είναι μόνο πολιτικό αλλά και ιδεολογικό» και ότι «μεταξύ των δύο (ο ίδιος) επιλέγει και τα δύο», ενώ συνέδεσε την πολιτισμική – ιδεολογική διαφορά ως ζήτημα και για την ένταξη των χωρών του Maghreb.

Τέλος, έκανε μια εκτενή αναφορά στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την απήχηση που έχουν στο εσωτερικό της ΕΕ και επανέλαβε ότι το θέμα της ένταξης της Τουρκίας «δεν είναι θέμα συνόρων, είναι θέμα της πολιτικής της (Τουρκίας)».

Επίσης, ερωτηθείς για τον τρόπο που θα αντιμετωπιζόταν από τις Βρυξέλλες ένα «νέο δόγμα» για τη θεώρηση της «προς ανατολάς διεύρυνσης», μίλησε για «πολιτιστική επανάσταση» και ανέλυσε ότι η κοινή γνώμη στις χώρες της ΕΕ «δεν είναι έτοιμη» για κάτι τέτοιο, ενώ στην ευθεία ερώτηση για το αν η Τουρκία μπορεί να μετέχει του ευρωπαϊκού κόσμου είπε ότι «η απάντηση είναι απλή και είναι αρνητική».

Αναφορικά με τη Ρωσία και την πρόσφατη προθυμία της να παίξει το «χαρτί της ενέργειας» τόνισε ότι είναι ένα από τα βασικά γεωπολιτικά θέματα που προέκυψαν, όπως φάνηκε ξεκάθαρα και στον πόλεμο με τη Γεωργία τον Αύγουστο του 2008. Σημείωσε ότι δεν πρόκειται μόνο για ένα θέμα μη τήρησης του διεθνούς δικαίου, αλλά ότι εμπλέκει άμεσα την Ευρώπη σε ένα κλίμα αστάθειας που θέτει εν κινδύνω τα ζωτικά της συμφέροντα και αναρωτήθηκε αν η επαναπροσέγγιση του Ιράν από την ΕΕ θα έθετε την ενεργειακή αλληλεξάρτηση στην ατζέντα της διεύρυνσης με τους «προς ανατολάς» ενεργειακούς εταίρους.

Ο Foucher υποστήριξε ότι δεν πρέπει να αγνοούνται οι επιπτώσεις της διεύρυνσης και διερωτήθηκε ποιος είναι έτοιμος στην ΕΕ και μπορεί να δεσμευθεί για στρατιωτική δράση στην Κεντρική Ασία, τον Καύκασο ή στα σύνορα της Ρωσίας. Επεσήμανε σχετικά ότι προέχει η προστασία των συμφερόντων της ΕΕ και κατά συνέπεια η σταθεροποίηση των συνόρων της από την προώθηση της ευημερίας γενικώς στην ευρωπαϊκή ήπειρο, συνεχιζόμενης μάλιστα της οικονομικής κρίσης.

Ο ομιλητής αναγνώρισε τις δυσκολίες που υπάρχουν ακόμα εντός των εσωτερικών συνόρων στα κράτη μέλη της ΕΕ, όπως για παράδειγμα στο Βέλγιο, στην Ισπανία, στην Πολωνία και στη Γερμανία, αναφέροντας ότι η «πολιτισμική διαφορά» είναι κάτι που πρέπει να συνεκτιμάται.

Ο καθηγητής Foucher κατέληξε με την επισήμανση ότι το ζήτημα των ορίων της Ευρώπης δεν είναι γεωγραφικό, αλλά γεωπολιτικό με ιστορική δυναμική και, λόγω των ειδικών μεθοδολογικών θεμάτων που προέκυψαν στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, πρότεινε μια διεπιστημονική προσέγγιση στα πιθανά σενάρια της επέκτασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εναλλακτικές επιλογές που υπάρχουν όσον αφορά την ένταξη ή την ένωση πολλών κρατών της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης στον κύριο κορμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης εγείρουν θέματα ασφάλειας.

Τέλος, αναφορικά με την παγκοσμιοποίηση και το «ασύνορο» μοντέλο διακυβέρνησης, επί τη βάσει των οικονομικών συναλλαγών, όπου λαμβάνεται υπ’ όψη το «κόστος» των συνόρων, ανέφερε ότι τα σύνορα συνδέονται με τα θέματα της ταυτότητας, και ως «δείκτες» την σηματοδοτούν στον χώρο και στο χρόνο,. Η προσεκτική μελέτη τους θα βοηθήσει στην αποφυγή δημιουργίας κρίσιμων πολιτισμικών χασμάτων και στην έλλειψη σαφούς ορισμού των ορίων τους, που ενέχει κινδύνους έντασης του «ξενοφοβικού λαϊκισμού».