25 Αυγ 2009

Ομιλία τ. ΥΠΕΞ Κύπρου, Ερατώς Κοζάκου – Μαρκουλλή

Η τέως Υπουργός Εξωτερικών, Ερατώ Κοζάκου – Μαρκουλλή, δήλωσε σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολύ σαφής για τα κριτήρια και τις υποχρεώσεις της Τουρκίας, η οποία δεν μπορεί να τύχει μεταχείρισης με διαφορετικό τρόπο από ό,τι για άλλα υποψήφια κράτη και «ούτε εξαιρέσεις ούτε λευκές επιταγές επιτρέπονται και ούτε απειλές μπορούν να αλλάξουν τους κανόνες».
Σε πρόσφατη συζήτηση στρογγυλής τράπεζας στη Λευκωσία, εκδήλωση που διοργάνωσε το ERPIC (Συμβούλιο Ευρωπαϊκής Περιφερειακής Πολιτικής και Επενδύσεων), η κα Κοζάκου - Μαρκουλλή, αναπτύσσοντας το θέμα ‘Αχμέτ Νταβούτογλου: Μια νέα εποχή στην τουρκική εξωτερική πολιτική; Μια προοπτική από την Κύπρο’, παρουσίασε περιληπτικά την τουρκική εξωτερική πολιτική πριν και μετά την άνοδο στην εξουσία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, προκειμένου, όπως είπε, να γίνει πλήρως κατανοητή η επίδραση της γεωγραφικής θέσης της Τουρκίας στις διεθνείς της σχέσεις.
«
Τίποτε, στην πραγματικότητα, δεν έχει αλλάξει ως προς τις τουρκικές θέσεις στο κυπριακό ζήτημα, αντιθέτως, βλέπω περαιτέρω επιδείνωση», δήλωσε η κα Κοζάκου - Μαρκουλλή, αναφερόμενη στις θέσεις της Κυβέρνησης Ερντογάν και στον κ. Νταβούτογλου.
«
Όταν ο κ. Νταβούτογλου και άλλοι Τούρκοι αξιωματούχοι», πρόσθεσε, «δεν αναφέρουν καν τη λέξη ‘ομοσπονδία', άσε τη διζωνική - δικοινοτική ομοσπονδία ως βάση της λύσης του Κυπριακού και, αντιθέτως, τονίζουν τη διζωνικότητα, το νέο συνεταιρισμό βασισμένο σε πολιτική ισότητα δύο ιδρυτικών κρατών και τις αποτελεσματικές τουρκικές εγγυήσεις, αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από την παλαιά τουρκική συνταγή της διχοτόμησης και του διαχωρισμού, βασισμένων σε εθνικά και θρησκευτικά κριτήρια».
Το ERPIC, το οποίο ιδρύθηκε το 2001, είναι ένα δίκτυο επαγγελματιών, ακαδημαϊκών, τέως και νυν διπλωματών, πολιτικών και διαμορφωτών πολιτικής, επιχειρηματιών και μη κυβερνητικών οργανώσεων.
Στόχος του Συμβουλίου είναι η προώθηση της αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ της Ευρώπης και των γειτονικών κρατών και η προαγωγή στενότερων οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της περιφέρειάς της.
Μεταφέροντας τα λεχθέντα από το Βρετανό καθηγητή πολιτικών και διεθνών σπουδών, Γουΐλιαμ Χέιλ, η κα Κοζάκου - Μαρκουλλή είπε ότι «η Τουρκία είναι το μόνο κράτος, εκτός της Ρωσίας, με εδάφη τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία και επηρεάζεται και επιδρά στη διεθνή πολιτική τόσο στη νοτιοανατολική Ευρώπη όσο και στην Τρανσκαυκασία και στις νότιες περιοχές της τέως Σοβιετικής Ενωσης και στο βόρειο μέρος της Μέσης Ανατολής».
Αφού παρουσίασε περιληπτικά τις διαχρονικές σχέσεις της Τουρκίας με δυτικά κράτη, το ΝΑΤΟ, τους Άραβες (Παλαιστινίους) και τους Ισραηλίτες και τη στάση που τήρησε στη διάρκεια του ‘ψυχρού πολέμου’, η τέως Υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας δήλωσε ότι, «με όλα αυτά υπόψη, θα πρέπει να επισημάνουμε τη συνεχή εμπλοκή του τουρκικού στρατού, στη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου, στην πολιτική της Τουρκίας ως του φύλακα του κεμαλικού καθεστώτος. Θα πρέπει, επίσης, να αναλογισθούμε ότι το 1960, το 1971 και το 1980, οι στρατιωτικοί (στην Τουρκία) παρενέβησαν καταλαμβάνοντας την εξουσία είτε για να καταστείλουν τον κουρδικό εθνικισμό είτε τις ούτω καλούμενες απειλές των αριστεριστών και, έτσι, να καταφέρουν βαρύ κτύπημα στη διαδικασία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας που άρχισε το 1950».
Παρουσιάζοντας την περίοδο άσκησης της εξουσίας στην Τουρκία από το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και στην ανάθεση της εξωτερικής πολιτικής από τον Τούρκο Πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον καθηγητή Νταβούτογλου, η κα Κοζάκου - Μαρκουλλή τόνισε ότι «η κύρια θέση της θεωρίας του κ. Νταβούτογλου είναι ότι η αξία ενός έθνους στην παγκόσμια πολιτική στηρίζεται στη γεωστρατηγική της θέση και στο ιστορικό βάθος. Βασισμένη σε αυτήν τη θεωρία η Τουρκία είναι μοναδικά προικισμένη και από τα δύο: και εξαιτίας της θέσης της σε γεωπολιτικές περιοχές επιρροής, ιδιαιτέρως λόγω του ελέγχου της στον Βόσπορο και εξαιτίας της ιστορικής κληρονομιάς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο κ. Νταβούτογλου δίδει έμφαση στις διασυνδέσεις της Τουρκίας με τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή, ακόμα και με την Κεντρική Ασία και υποστηρίζει πως η Τουρκία είναι ο φυσικός κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία κάποτε είχε ενώσει το μουσουλμανικό κόσμο και, ως εκ τούτου, έχει τη δυνατότητα να αναδειχθεί σε μουσουλμανική περιφερειακή δύναμη. Πρέπει, επίσης να αναφερθεί ότι η Άγκυρα, στις έντονα προωθούμενες σχέσεις της με τη Μόσχα, προσπαθεί να αποφύγει να πάρει μέρος σε οποιαδήποτε προβλήματα της Ρωσίας με τη Δύση και παράλληλα θα πρέπει να αναφερθούν οι επιτυχημένες πρωτοβουλίες της Τουρκίας να αναδειχθεί σε ενεργειακό κέντρο. Τώρα, από κυπριακής προοπτικής, ένα πράγμα παραμένει ολοφάνερο: Από τη μια, η Τουρκία έχει αυξήσει τις βλέψεις της και το πολιτικό της βάρος διεθνώς (πρόσφατη η εκλογή της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, η συμπερίληψή της στην Ομάδα των 20 και η πλήρης υποστήριξη της Κυβέρνησης Ομπάμα στο νέο ζωτικό ρόλο της Τουρκίας). Από την άλλη, οπωσδήποτε, τίποτε δεν φαίνεται να έχει αλλάξει στην τουρκική στάση έναντι της Κύπρου, της Ελλάδας, της Αρμενίας και του κουρδικού ζητήματος, επειδή αυτά τα θέματα εξακολουθούν να βρίσκονται στην ισχυρή λαβή του τουρκικού στρατού. Έτσι η Τουρκία εξακολουθεί τις προκλήσεις της εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου και ο τουρκικός στρατός, που εξακολουθεί να κατέχει έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνεχίζει να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο για τις εξελίξεις στο νησί και τις προοπτικές για λύση.
Η διαδικασία της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας για να καταστεί μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέχει τον ορθό δρόμο για επίτευξη των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στη διεθνή και τοπική συμπεριφορά της Τουρκίας, καθ' όσον αφορά το σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Ε.Ε., είναι πολύ σαφής για τα κριτήρια και τις υποχρεώσεις της Τουρκίας και η Τουρκία δεν μπορεί να τύχει μεταχείρισης με διαφορετικό τρόπο από άλλα υποψήφια κράτη, δεδομένου του ότι θέλει να εμφανίζεται ως παγκόσμια δύναμη. Η Κύπρος ήταν πάντοτε υποστηρικτική της πορείας της Τουρκίας προς την ΕΕ και θεωρεί την προοπτική αυτή ως μία κατάσταση, στην οποία και τα δύο μέρη κερδίζουν».

Επισημαίνοντας ωστόσο τις αντιφάσεις της τουρκικής πολιτικής, η τέως Υπουργός ανέφερε ότι «στις 17 Ιουλίου αυτού του χρόνου, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών περιήλθε σε ακόμα μεγαλύτερες αντιφάσεις με τις θεωρίες του περί 'στρατηγικού βάθους' και για 'μηδενικές διαμάχες με τους γείτονες', όταν, χαρακτηρίζοντας τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό ως την τελευταία ευκαιρία, εξαπέλυσε μια άμεση απειλή, λέγοντας πως είτε το κυπριακό πρόβλημα θα επιλυθεί μέχρι το τέλος του έτους, είτε η Τουρκία θα υποχρεωθεί να σκεφθεί εναλλακτικές δράσεις».