16 Δεκ 2009

Ημερίδα με θέμα τα ευρωτουρκικά και το Κυπριακό

Ο ΟΠΕΚ (Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας μας) και η Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο διοργάνωσαν χθες βράδυ στη Λεμεσό ημερίδα με θέμα την αξιολόγηση της Τουρκίας, τα ευρωτουρκικά και το Κυπριακό με κύριους ομιλητές τον Γ.Γ. του ΑΚΕΛ Άντρο Κυπριανού και τον Πρόεδρο του ΔΗΣΥ, Νίκο Αναστασιάδη.

Όπως πληροφορεί το «ΚΥΠΕ», στην ομιλία του ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ εξέφρασε την ικανοποίησή του, «υπό τις περιστάσεις», από τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ΥΠΕΞ και Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε. για την Τουρκία, σημειώνοντας πως πρωταρχικός στόχος είναι η λύση του Κυπριακού και όχι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας.

«Θεωρούμε - είπε ο κ. Κυπριανού - ότι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. είναι ένα κίνητρο που μπορεί να την σπρώξει να συνεργαστεί μαζί μας στην προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού», προσθέτοντας ότι «ο τερματισμός της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού».

Αυτό, συνέχισε, δεν σημαίνει ότι πρέπει να ανεχόμαστε πάντοτε την Τουρκία να προχωρεί χωρίς να υλοποιεί τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ε.Ε., αλλά «αντιθέτως είχαμε ξεκαθαρίσει στο Εθνικό Συμβούλιο ότι η Τουρκία πρέπει να πάρει ένα ισχυρό μήνυμα και να δημιουργηθούν τέτοια δεδομένα που δεν θα της επέτρεπαν να περάσει αλώβητη μέσα από αυτήν τη διαδικασία».

Αναφερόμενος στα συμπεράσματα του Συμβουλίου, ο κ. Κυπριανού είπε πως «αν και ξεκινήσαμε με ένα προσχέδιο το οποίο ήταν αρνητικό», η κυπριακή Κυβέρνηση κατάφερε να αφαιρέσει μια παράγραφο που προκαλούσε ανησυχίες και ερωτηματικά κατά πόσο θα είχαμε το δικαίωμα στην πορεία να ασκήσουμε το μονομερές μας δικαίωμα για μπλοκάρισμα του ανοίγματος των κεφαλαίων της Τουρκίας και ταυτόχρονα να προστεθούν παράγραφοι που συνδέουν την αξιολόγηση της Τουρκίας με την πρόοδο στο Κυπριακό.

Με δεδομένο ότι «είναι από το 1999 που δεν είχαμε παραγράφους στα συμπεράσματα οι οποίες να συνδέονται με την επίλυση του Κυπριακού», ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ εξέφρασε τη θέση ότι «πήραμε ισχυρότερα συμπεράσματα από ότι προηγουμένως», κάτι το οποίο «υπό τις περιστάσεις είναι ικανοποιητικό και είναι αποτέλεσμα που πηγάζει από τη συζήτηση που διεξήχθη στο Εθνικό Συμβούλιο».

Εξήγησε επίσης ότι από τη στιγμή που είναι γνωστό ότι υπάρχουν χώρες που σε καμμία περίπτωση δεν δέχονται επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία σε αυτό το στάδιο και ότι για να εκδοθεί επιβολή κυρώσεων χρειάζεται ομόφωνη απόφαση και από τα 27 κράτη - μέλη, η Κυπριακή Δημοκρατία αποφάσισε να διαφυλάξει το μονομερές δικαίωμα για την επιβολή κυρώσεων όταν και εφόσον θα έρθει η ώρα να ανοίξουν τα κεφάλαια για την ένταξη της Τουρκίας, καταθέτοντας τη μονομερή δήλωσή της.

Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις στην πρόθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας να ενημερώσει την κοινή γνώμη για το τι είναι η ομοσπονδιακή λύση που στοχεύουμε και για άλλα ζητήματα που απασχολούν γύρω από το Κυπριακό, ο Άντρος Κυπριανού είπε ότι «είχαμε υποχρέωση ως Κυπριακή Δημοκρατία από το 1977 όταν αποφασίσαμε ότι η ενδεδειγμένη επιλογή για να επανενώσουμε την πατρίδα μας είναι η λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, να κάνουμε μια εκστρατεία ενημέρωσης του λαού. Δεν θα αποδίδουμε ερμηνείες όπως ο καθένας από εμάς αντιλαμβάνεται, είναι καθορισμένες από το διεθνές Δίκαιο και είναι από εκεί που θα αποδοθούν. Είναι πρωτόγνωρο προτού η Κυβέρνηση ενημερώσει το λαό, πρώτα να παίρνει την άδεια των πολιτικών κομμάτων».

Εξέφρασε λύπη για αντιδράσεις στην προσπάθεια εντατικοποίησης των συνομιλιών, λέγοντας πως «ο μόνος που θα έπρεπε να διαμαρτύρεται θα έπρεπε να ήταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, γιατί ίσως θεωρήσει ότι θα παραμελήσει άλλα καθήκοντα και θα δέχεται κριτική από τα κόμματα».

Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Νίκος Αναστασιάδης, εξέφρασε ιδίαν άποψη όσον αφορά το ποια θα πρέπει να είναι η προτεραιότητά μας, λέγοντας πως αυτή πρέπει να είναι η λύση του Κυπριακού και όχι η τιμωρία της Τουρκίας, «λες και αν τιμωρηθεί η Τουρκία θα επιλυθεί το Κυπριακό».

Ο ΔΗΣΥ, συνέχισε, από τις 14 Σεπτεμβρίου κατέθεσε τις θέσεις του γύρω από το χειρισμό της αξιολόγησης της Τουρκίας και «εκτιμήσαμε ότι το ενδεχόμενο, εν μέσω διαπραγματεύσεων, να υπάρξει αναβολή των κυρώσεων αλλά με αυστηρό λεκτικό των συμπερασμάτων, θα ήταν το πιθανότερο και ζητούσαμε να κατατεθεί μια γραπτή δήλωση στην οποία θα τονίζαμε προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας ότι θα πρέπει να ασκηθούν οι αναγκαίες πιέσεις έτσι ώστε η Τουρκία μέχρι τον Ιούνιο να συμβάλει ουσιαστικά στην εξεύρεση μιας λύσης στη βάση της διζωνικής διακοινοτικής ομοσπονδίας».

Όποιες και να ήταν τελικά οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου, πρόσθεσε, «τις ώρες της εθνικής ευθύνης θα πρέπει να αναλογιζόμαστε όλοι το μερίδιο μας και θα πρέπει να καταλάβουμε ότι πάνω από το ποιος κυβερνά, αυτός ο τόπος θα επιζήσει αν επανενωθεί η πατρίδα μας».

πίσης πως θα πρέπει να μας προβληματίσει η θέση που παρουσιάζει όλο και περισσότερη αποδοχή να παραμείνουν οι δυο πλευρές όπως είναι σήμερα και διερωτήθηκε «πώς μπορεί να μείνουμε όπως είμαστε, όταν από τότε που άνοιξαν τα οδοφράγματα έχουν παραχωρηθεί 88.800 υπηκοότητες σε Τ/κ συμπολίτες μας».

«Πώς μπορεί να μείνουμε ως έχουμε αν αύριο, λόγω της δημογραφικής αλλοίωσης στα κατεχόμενα, οι Τ/κ απελπιστούν εξαιτίας της ποιότητας των πολιτών που η Τουρκία προσπαθεί να διοχετεύσει, αποφασίσουν να μετακινηθούν, να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους», πρόσθεσε ο κ. Αναστασιάδης, υπενθυμίζοντας πως με βάση το σύνταγμα του 1960, οι Τ/κ έχουν πολιτικά δικαιώματα και μπορούν να τα διεκδικήσουν.

Δεν πρόκειται, συνέχισε, για κινδυνολογία αλλά «για μια πραγματικότητα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε γιατί αν δεν την δούμε ως έχει, δεν θα πάρουμε τις ορθότερες των αποφάσεων και αν παρακολουθήσει κανείς την πορεία του Κυπριακού, είναι μια ιστορία συνεχομένων λαθών, γι’ αυτό δεν επιτρέπονται τα χειρότερα που θα είναι και μοιραία για τον Ελληνισμό της Κύπρου».

Σχολιάζοντας την απόφαση της κυβέρνησης για διαφώτιση του λαού, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ διερωτήθηκε γιατί κάποιοι ανησυχούν αν «επιστημονικά και τεκμηριωμένα, φροντίσουμε μέσα και από τα ΜΜΕ, να δώσουμε τον όρο της διζωνική δικοινοτικής ομοσπονδίας», υποστηρίζοντας ότι ο λαός πρέπει να ενημερωθεί γιατί βρίσκεται σε μια σύγχυση με αποτέλεσμα μια αυξανόμενη μερίδα του να λέει καλύτερα να μείνουμε ως έχουμε.

«Αυτές οι ώρες και ιδιαίτερα οι επόμενες εβδομάδες, αυτό που απαιτούν από το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας, είναι στάση ευθύνης», είπε ο Νίκος Αναστασιάδης, προσθέτοντας ότι ο ίδιος συμφωνεί με την επιτάχυνση και τη συνεχή διαβούλευση για λύση του Κυπριακού, «όμως θα πρέπει να υπάρχουν διαλείμματα για να ενημερώνεται απόλυτα, μέσα σε ένα κλίμα ειλικρίνειας, η πολιτική ηγεσία, είτε με κατ’ ιδίαν συναντήσεις του Προέδρου, είτε με συναντήσεις των αρχηγών, ή με συνόδους του Εθνικού Συμβουλίου, έτσι ώστε να προσθέτουμε, αν την διαθέτουμε και κάποια στοιχεία της συλλογικής σοφίας, που πάντοτε υπερέχει της ατομικής».

Τέλος, ανέφερε πως δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι η ε/κ πλευρά θα αποδεχθεί την όποια λύση, σημειώνοντας ωστόσο ότι «σε ένα νέο ενδεχόμενο αδιέξοδο, εκείνος που στο τέλος θα πληρώσει το τίμημα στο τέλος θα είναι ο κυπριακός Ελληνισμός».